Η ΦΟΝΙΣΣΑ: Κατάδυση στον ψυχισμό μιας κατά συρροήν δολοφόνου δια πνεύματος Παπαδιαμάντη.
Από τη στιγμή που εισήλθα για πρώτη φορά, στη διαδικασία ανάγνωσης ενός «παπαδιαμαντικού έργου», μια απορία ταλανίζει το μυαλό μου. Είναι δυνατόν αρχές του 20ου αιώνα (1903 για την ακρίβεια) και χωρίς ο συγγραφέας να γνωρίζει όρους όπως ο φεμινισμός, η πατριαρχία, ο σεξισμός, να έγραψε ένα τόσο προοδευτικό για την εποχή και ταυτόχρονα τόσο φεμινιστικό κείμενοꓼ
Ο κεντρικός ήρωας είναι μια χήρα ονόματι Φραγκογιαννού. Η ίδια σκοτώνει θηλυκά γιατί δεν αντέχει η συνείδησή της άλλες γυναίκες να παντρεύονται αναγκαστικά, με προίκα και να ζουν μια τόσο βασανισμένη ζωή, όπως έζησε η ίδια. Αντί να αυτοκτονήσει βάζοντας τέλος στην αποτρόπαιη ζωή της, αποφασίζει να θανατώνει μωρά, νήπια και μικρά κοριτσάκια. Κατά κάποιον τρόπο «επαναστατεί» προσπαθώντας να αλλάξει τα πρότυπα μιας πατριαρχικής κοινωνίας. Έχει πείσει τον εαυτό της, πως με τις εγκληματικές της πράξεις μόνο καλό κάνει στις οικογένειες απαλλάσσοντας τα ίδια τα κορίτσια από μια ζωή καταδικασμένη. Η ίδια τρέχει για τη ζωή της, πιάνεται από το παραμικρό χόρτο και το παραμικρό πίτουρο για να παραμείνει ζωντανή. Περιπλανιέται στα βουνά, σκαρφαλώνει σε βράχους και πηδά γκρεμούς. Γίνεται μάλιστα αυτή η περιπέτειά της, ίσως το μόνο πράγμα που κάνει στ’ αλήθεια η Φραγκογιαννού για τον εαυτό της, αυτή που έζησε μια ζωή υπηρετώντας όλους τους άλλους, χωρίς αγάπη και στοργή.
Μέσα στο διήγημα βλέπουμε όλους τους καημούς της φτώχειας αλλά και των γυναικών, οι οποίες γεννιούνται και είναι ανεπιθύμητες, υπηρετούν τους γονείς στην αρχή και έπειτα έναν άντρα «αφέντη» που δεν ήθελαν πραγματικά ποτέ τους. Μετά έρχονται οι εγκυμοσύνες. Παιδιά που γεννιούνται και φεύγουν «αχάριστα». Τι μένει πίσωꓼ Μένουν τα κορίτσια να γεννοβολάνε πάλι από την αρχή. Αν ο σύζυγός τους λείπει για δουλειές και εκείνες λαχταρήσουν να πάνε με άλλον άντρα, πρέπει έπειτα να βρουν τρόπο να «ρίξουν» το μωρό, κρυφά από την κοινωνία για να μην στιγματιστούν. Αντίθετα οι άντρες χάνονται, εξαφανίζονται, κάνουν ό,τι θέλουν, μπορούν να είναι καλοί, εργατικοί, τεμπέληδες, μέθυσοι ακόμα και απίστευτα βίαιοι. Όλα τα παραπάνω εκείνη την εποχή ήταν ανεκτά, όλα αυτά αποτελούσαν το «φυσιολογικό» παραδοσιακό αντρικό μοντέλο. Για ποιόν σκοτώνει η Φραγκογιαννούꓼ Για τον εαυτό τηςꓼ Για να σώσει τα κοριτσάκιαꓼ Για να σώσει τις οικογένειές τουςꓼ Οι εύκολες αρχικά απαντήσεις, χάνονται όσο συνεχίζεται και εξελίσσεται η πλοκή της ιστορίας. Στην αρχή είσαι σίγουρος πως γνωρίζεις την απάντηση για όλα τα ερωτήματα. Όμως το πράγμα βαθαίνει, χάνει την επιφανειακή του αίσθηση όσο η Φραγκογιαννού δεν νιώθει παρά ελάχιστες τύψεις. Κάπου κάπου εμφανίζει σημάδια ενοχής, αλλά εξαφανίζονται σχεδόν αμέσως. Ούτε καν η ιδέα να εξομολογηθεί και να μεταμεληθεί δεν φέρνει τα αποτελέσματα που οι περισσότεροι θα περίμεναν. Σκοτώνοντας την εγγονή της, το μωρό με το ίδιο της το όνομα, η Φραγκογιαννού «ελευθέρωσε» ουσιαστικά τον εαυτό της και κανέναν άλλον. Τον ελευθέρωσε κυρίως από τις κοινωνικές συμβάσεις της εποχής και απέκτησε τη «δύναμη» που της αποστέρησε η κοινωνία.
Ο Παπαδιαμάντης είναι εξαιρετικά διεισδυτικός ως προς την ανθρώπινη φύση. Ηθογραφεί, δίνει λεπτομέρειες χαρακτήρων, τόπων και εποχής. Όμως από την άλλη ψυχογραφεί εξίσου. Με ζοφερές λεπτομέρειες αναζητά την ανθρώπινη φύση και την «ξεσκεπάζει». Δεν θα αναφερθώ στη γλώσσα που χρησιμοποιεί, γιατί δεν πιστεύω πως έχει νόημα. Μπορεί κάποιος να γοητευτεί από αυτήν, μπορεί κάποιους άλλους να τους απωθεί. Για μένα, αποτελεί αριστούργημα της ελληνικής λογοτεχνίας. Η πρώτη ίσως Ελληνίδα «serial killer», που πάνω στην απελπισία της περνάει τη λεπτή γραμμή ανάμεσα στο λογικό και στο παράλογο.
«ΦΟΝΙΣΣΑ» (κινηματογραφική απόδοση του παπαδιαμάντειου έργου)Ο συσχετισμός μεταξύ του βιβλίου και της κινηματογραφικής μεταφοράς του έργου (πρώτη προβολή στους κινηματογράφους το 2023) επικεντρώνεται στις θεματικές, τους χαρακτήρες, τη σκηνοθετική προσέγγιση και τη διαχείριση της αφηγηματικής ατμόσφαιρας. Η ταινία διατηρεί τον βασικό κορμό της ιστορίας, ενώ επιλέγουν να αποδώσουν τη φρίκη των εγκλημάτων και την ψυχολογική κατάσταση της ηρωίδας μέσα από εικόνες, σιωπές και συμβολισμούς, δίνοντας έμφαση στο οπτικό στοιχείο. Επίσης, αποδίδει την ίδια ατμόσφαιρα με αυτή του βιβλίου, όπως λιτά χωριά ή τοπία της άγριας φύσης. Βλέποντας την ταινία καταλαβαίνει κανείς μέσα από την οπτική απόδοση, τα ψυχολογικά κίνητρα τα οποία αποκαλύπτονται μέσα από εκφράσεις, σιωπές και την ίδια την κινησιολογία της ηρωίδας. Συχνά, η έλλειψη διαλόγου αντικαθίσταται από τα βλέμματα και τη σωματική της ένταση, μεταφέροντας την εσωτερική της «πάλη» χωρίς λόγια. Η κοινωνική και θρησκευτική κριτική μπορεί να υπογραμμιστεί με διαφορετικό τρόπο, όπως μέσα από την οπτική σύγκρουση της Φραγκογιαννούς με τους υπόλοιπους χαρακτήρες. Τέλος, η αφήγηση γίνεται πιο άμεση και συνοπτική, με σκηνοθετικά μέσα όπως γρήγορες σκηνές ή υποβλητική μουσική που αναπληρώνει το κείμενο. Ειδικά οι σκηνές των φόνων αποκτούν δραματικό βάρος μέσω του μοντάζ.
Μικρός Συγγραφέας