“Η χορτοφάγος”.
Το μυθιστόρημα «Η Χορτοφάγος» της Χαν Γκανγκ∗, που κέρδισε το βραβείο Booker το 2016, είναι ένα βαθιά πολυεπίπεδο έργο που διερευνά θέματα ταυτότητας, ελευθερίας, βίας και της ανθρώπινης φύσης. Το βιβλίο, που δημοσιεύτηκε το 2007, χωρίζεται σε τρία μέρη, καθένα από τα οποία αφηγείται την ιστορία της πρωταγωνίστριας, μέσα από την οπτική διαφορετικών χαρακτήρων.
Η ιστορία ξεκινά όταν η Γιόνγκ Χιε, μια φαινομενικά συνηθισμένη γυναίκα από τη Σεούλ, αποφασίζει ξαφνικά να γίνει χορτοφάγος, προκαλώντας σύγχυση και αποστροφή στους γύρω της. Η απόφασή της δεν είναι προϊόν ηθικών ή περιβαλλοντικών πεποιθήσεων, αλλά αντίδραση σε μια σειρά εφιαλτικών ονείρων γεμάτων από βία και αίμα. Η χορτοφαγία της γίνεται σύμβολο της απόρριψης των κοινωνικών συνθηκών που την καταπιέζουν, συμπεριλαμβανομένων της οικογένειας, της πατριαρχίας και των κοινωνικών προσδοκιών. Τα τρία κεφάλαια της ιστορίας είναι :
- «Η Χορτοφάγος», όπου την ιστορία αφηγείται ο σύζυγος της πρωταγωνίστριας.
- « Η μογγολική κηλίδα», αφηγημένο από τον γαμπρό της.
- «Δέντρα στις φλόγες», αφηγημένο από την αδελφή της Ίν Χιε.
Κάθε μέρος αποκαλύπτει διαφορετικές πτυχές της ζωής της Γιόνγκ Χιε, των σχέσεών της και της σταδιακής της απομάκρυνσης από την κοινωνία.
Η χορτοφαγία της πρωταγωνίστριας αποτελεί μια σιωπηλή αλλά ριζοσπαστική εξέγερση ενάντια στην καταπίεση που βιώνει ως γυναίκα. Ο σύζυγός της τη βλέπει ως «αδιάφορη» και «μέτρια»-ιδανικά χαρακτηριστικά για μια γυναικά κατά την αντίληψή του. Όταν εκείνη υιοθετεί τη χορτοφαγία, όχι μόνο προκαλεί αστάθεια στην οικογενειακή ισορροπία αλλά αμφισβητεί και τον έλεγχο που έχουν οι άλλοι πάνω στο σώμα της. Καθώς, στην κορεάτικη κοινωνία που περιγράφεται στο βιβλίο, το γυναικείο σώμα αποτελεί αντικείμενο ιδιοκτησίας και ελέγχου από τους άνδρες. Η απόφαση της Γιόνγκ Χιε να σταματήσει να καταναλώνει κρέας και αργότερα να απορρίψει κάθε ανθρώπινη τροφή, είναι μια ακραία μορφή αντίστασης. Ο πατέρας της προσπαθεί να την εξαναγκάσει να φάει, και ο σύζυγός της τη βλέπει ως αντικείμενο κοινωνικής ντροπής όταν η συμπεριφορά της ξεφεύγει από το «κανονικό». Επίσης, κεντρικό θέμα αποτελεί η βία που διατρέχει όλο το έργο, είτε είναι σωματική, ψυχολογική, είτε συμβολική. Τα όνειρα της Γιόνγκ Χιε, γεμάτα αίμα και σφαγές, αποκαλύπτουν βαθιά ψυχολογικά τραύματα. Το παρελθόν της, όπου υπήρξε θύμα οικογενειακής βίας, εξηγεί εν μέρει την απόρριψη του κόσμου γύρω της. Η βία της κοινωνίας και της οικογένειας μετατρέπεται σε εσωτερική σύγκρουση, οδηγώντας την στην αυτοκαταστροφή. Ο γαμπρός της, στο δεύτερο μέρος, γίνεται άλλος ένας φορέας εκμετάλλευσης, βλέποντας την ως «καμβά» για τις καλλιτεχνικές του φαντασιώσεις, αγνοώντας την ως άτομο. Η πράξη του αποτελεί μα ακόμη μορφή αντικειμενικοποίησης του γυναικείου φύλου. Η πρωταγωνίστρια σταδιακά απορρίπτει όχι μόνο την ανθρώπινη τροφή αλλά και την ίδια την ανθρώπινη υπόστασή της, επιδιώκοντας να μετατραπεί σε φυτό. Η μεταμόρφωση αυτή δεν είναι κυριολεκτική, αλλά συμβολική. Η ηρωίδα θέλει να απομακρυνθεί από την καταπιεστική ανθρώπινη κοινωνία και να ενωθεί με τη φύση, που θεωρεί αγνή και απαλλαγμένη από βία. Η σχέση της με τα δέντρα και η επιθυμία της να «φωτοσυνθέτει» υποδηλώνουν μια υπαρξιακή αναζήτηση για ελευθερία και ειρήνη, μακριά από την ανθρώπινη εκμετάλλευση. Ωστόσο, αυτή η επιθυμία είναι τραγική, καθώς το σώμα της την περιορίζει σε μια ανθρώπινη μορφή από την οποία δεν μπορεί να αποδράσει.
Η συγγραφέας χρησιμοποιεί μια πληθώρα συμβολισμών για να αναπτύξει τη θεματική του βιβλίου:
- Το κρέας: συμβολίζει τη βία, τη σάρκα και την καταπίεση. Η απόρριψη του κρέατος από τη Γιόνγκ Χιε αποτελεί απόρριψη αυτών των εννοιών.
- Το φυτό: συμβολίζει την ελευθερία, την ειρήνη και την αποδοχή της φύσης. Η εμμονή της ηρωίδας με τα φυτά αντικατοπτρίζει την απόρριψη του πολιτισμού.
- Τα όνειρα: παίζουν καθοριστικό ρόλο στην κατανόηση της εσωτερικής ζωής της, λειτουργώντας ως γέφυρα ανάμεσα στο συνειδητό και στο ασυνείδητο.
Η γλώσσα της Χαν Γκανγκ είναι λιτή, σχεδόν αποστασιοποιημένη, κάτι που δημιουργεί έντονη αντίθεση με την ένταση και τη βία των γεγονότων. Ο συγγραφικός της χαρακτήρας ενισχύει την αίσθηση απομόνωσης και αποξένωσης που διακατέχει την ηρωίδα.
Το βιβλίο αυτό είναι ταυτόχρονα μια προσωπική ιστορία και μια ευρύτερη κριτική της κοινωνίας. Η συγγραφέας αποκαλύπτει τις πιέσεις της κορεάτικης κουλτούρας, όπου η συμμόρφωση και η υπακοή θεωρούνται ύψιστες αξίες. Η Γιόνγκ Χιε, που απορρίπτει αυτούς τους κανόνες, γίνεται αντικείμενο κατακραυγής, αποξένωσης και εκμετάλλευσης. Η έμφαση στη σιωπή και στην παθητικότητα της ηρωίδας υπογραμμίζει την έλλειψη φωνής των γυναικών σε μια πατριαρχική κοινωνία. Ακόμη και οι πράξεις αντίστασής της παρερμηνεύονται ή καταστέλλονται.
Συμπερασματικά, είναι ένα μυθιστόρημα που προκαλεί τους αναγνώστες να αναλογιστούν βαθιά ζητήματα για τη φύση της ανθρώπινης ύπαρξης, την ελευθερία και τη βία. Η συγγραφέας καταφέρνει να ισορροπήσει ανάμεσα στο προσωπικό και το παγκόσμιο, προσφέροντας ένα έργο που αγγίζει τόσο το συναισθηματικό όσο και το διανοητικό επίπεδο του αναγνώστη.
Μικρός Συγγραφέας
∗Η Χαν Κανγκ είναι Νοτιοκορεάτισσα συγγραφέας, η οποία το 2024 έγινε η πρώτη Κορεάτισσα και η πρώτη Ασιάτισσα που τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
◊♦ Το βιβλίο περιέχει έντονες περιγραφές βίας. Συστήνεται η ανάγνωση από έμπειρους αναγνώστες άνω των 16.♦◊
Tags: featured